- παρθένα
- ηβλ. παρθένος.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Παρθένα — η η Παναγία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Παρθένα νησιά — (Virgin Islands). Ομάδα από περίπου 100 μικρά νησιά, στις Δυτικές Ινδίες. Ένα μέρος από αυτά, που αντιπροσωπεύει επιφάνεια 153 τ. χλμ. είναι βρετανική αποικία ενώ το υπόλοιπο, με 344 τ. χλμ. έκταση, είναι αποικία των ΗΠΑ. Το έδαφος των νησιών… … Dictionary of Greek
παρθένος — (Αστρον.). Αστερισμός του ζωδιακού κύκλου, στον οποίο ο Ήλιος παραμένει από τις 24 Αυγούστου μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου, ενώ ακόμα βρίσκεται στο ζώδιο του Ζυγού. Ο αστερισμός της Π. επεκτείνεται και προς τις δύο πλευρές του ουράνιου ισημερινού. Στο … Dictionary of Greek
Αλύβας — Μυθολογικό πρόσωπο. Βρικόλακας που εμφανιζόταν, κατά την αρχαία ελληνική μυθολογία, στην περιοχή της ελληνικής αποικίας Τέμεσας. Λεγόταν και Ήρως ή Α. Ήρως. Πίστευαν ότι ήταν o βρικόλακας του Πολίτη, ο οποίος είχε βιάσει μια παρθένα και… … Dictionary of Greek
ψευτοπαρθένα — η, Ν γυναίκα που υποκρίνεται ότι είναι ακόμη παρθένα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψεύτης + παρθένα] … Dictionary of Greek
Αγριώνια — Βακχική γιορτή, που γινόταν στον Ορχομενό της Βοιωτίας, τον Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο, ίσως κάθε τριετία. Κατά τον Πλούταρχο, η γιορτή είχε το παρακάτω τυπικό: γυναίκες έτρεχαν στα χωράφια και στα βουνά, αναζητώντας τον Διόνυσο. Ταυτόχρονα, με… … Dictionary of Greek
Αθηνά — I Μία από τις θεότητες του ελληνικού Δωδεκάθεου. Προερχόταν από αρχαϊκή θεότητα του κρητομυκηναϊκού πολιτισμού που προστάτευε τα ανάκτορα φρούρια, χαρακτηριστικά της εποχής αυτής. Τότε την παρίσταναν με ένα οπλοφόρο ξόανο, το ονομαζόμενο Παλλάδιο … Dictionary of Greek
Βενεζουέλα — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Στα Β βρέχεται από την Καραϊβική θάλασσα και από τον Ατλαντικό ωκεανό, Δ συνορεύει με την Κολομβία, Ν με τη Βραζιλία και Α με τη Γουιάνα.Η Β. έχει καλά καθορισμένα σύνορα. Μόνο τα σύνορα με τη Γουιάνα αμφισβητούνται από … Dictionary of Greek
Βριτόμαρτις ή Βριτόμαρπις — Θεότητα της μινωικής θρησκείας στην Κρήτη. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, καταγόταν από τη Φοινίκη και εμφανίστηκε αρχικά στο Άργος. Το όνομά της σημαίνει γλυκιά παρθένα και ήταν κόρη του Δία και της Κάρμης. Στην Κρήτη, την ταύτιζαν αρχικά με την Άρτεμη … Dictionary of Greek
Δον Ζουάν — Λογοτεχνικός ήρωας. Στην ερωτική μυθολογία της Δύσης ο Δ.Ζ. εγγράφεται ως μια προνομιακή μορφή, της οποίας οι μεταμορφώσεις είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικές για την εικόνα που κάθε ιστορική εποχή σχηματίζει για τον έρωτα. Ο Δ.Ζ., αντίθετα με τον… … Dictionary of Greek